Η διαδρομή, τα τοπία, η φύση, η καλή παρέα δημιουργούν στον σύγχρονο άνθρωπο την ψυχική ηρεμία και ισορροπία που χρειάζεται για να ξεφύγει από την καθημερινότητα, την ρουτίνα της σύγχρονης μεγαλούπολης. Κλεισμένος μέσα στο πολυτελές κλουβί του με όλα τα μέσα που του παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία οδηγείται στην απομόνωση, στην κατάθλιψη. Γιατί; Δεν χρειάζονται όλα αυτά; Χρειάζονται αλλά πρέπει να μάθουμε να τα χρησιμοποιούμε σωστά. Σε κάθε ευκαιρία σηκωθείτε από τους αναπαυτικούς καναπέδες, πετάξτε τον μανδύα της βαρεμάρας, της πλήξης και πραγματοποιήστε μια εκδρομή οπουδήποτε με τον/την σύζυγο, φίλο, παρέα και σίγουρα θα επιστρέψετε ανανεωμένοι. Με τις μπαταρίες φορτισμένες. Γι αυτό λοιπόν αδράξτε την μέρα

Δευτέρα 2 Νοεμβρίου 2015

Χορτιάτης-Το Μονοπάτι των Παγοποιών

Είναι από τις ομορφότερες και γνωστότερες διαδρομές πάνω στα χνάρια των παλιών περίφημων Χορτιατινών παγοποιών αλλά και των παλιών και σύγχρονων ορειβατών του Σ.Ε.Ο. που έχουν κάνει και τη σήμανσή του.
Αφήνουμε λοιπόν τον ασφαλτόδρομο προς το Ραντάρ στο τέλος του οικισμού και μπαίνουμε αριστερά στο μονοπάτι με προορισμό το θαυμάσιο, πέτρινο καταφύγιο του Συλλόγου Ελλήνων Ορειβατών. Το μονοπάτι κάποτε ήταν καλντερίμι (λιθόκτιστο) που έγινε το 1915 από τους Ινδούς υποτακτικούς της ΑΝΤΑΝΤ. Στα 400 μέτρα περίπου συναντάμε έναν 8μετρο σιδερένιο τρίποδα πάνω σ' ένα μικρό πλάτωμα με εκπληκτική θέα προς την Κορώνεια και τον Θερμαϊκό, Όλυμπο, Πιερία, Βέρμιο, Μπέλες, Βουλγαρία…. Είναι η θέση "Αφανός", δίπλα στην "Αρκουδότρυπα" (την είσοδο - έξοδο κάποιου ίσως σημαντικού σπηλαίου…), όπου οι Χορτιατινοί αιώνες τώρα ανελλιπώς κάνουν το περίφημο αναστάσιμο έθιμο του Φανού.
Συνεχίζουμε πάνω στα λείψανα του καλντεριμιού και μετά από 20 λεπτά περίπου και αφού βλέπουμε στα δεξιά μας τις εγκαταστάσεις του Κατασκηνωτικού Κέντρου των Προσκόπων με την 80χρονη ιστορία του, συναντάμε το πρώτο "Γκιρίζι", κτιστή δεξαμενή καθαρισμού και ελέγχου του πολύ παλιού αγωγού των πηγών ύδρευσης. Mέχρι τον τελικό προορισμό μας θα συναντήσουμε και άλλα "Γκιρίζια". Ήδη πορευόμαστε μέσα στο δάσος με τις καστανιές και το φθινόπωρο μια μικρή στάση για να ψήσουμε στην "Τσουχταριά" κάστανα (τα ψήνουμε μέσα σε ξεραμένες φτέρες) είναι επιβεβλημένη. Σε λίγο φτάνουμε στη θέση "5 αδέλφια", όπου κάνει την εμφάνιση του το πρώτο μεγάλο και γνωστότερο "Μαγαζί" (αποθήκη του πάγου) με την παρακείμενη "Μπάρα", τον επίπεδο χώρο στο σχήμα του ταψιού όπου οδηγούσαν οι παλιοί παγοποιοί το νερό των πηγών και μετατρεπόταν σε πάγο από τις πολύ χαμηλές χειμωνιάτικες θερμοκρασίες. Και το καλοκαίρι ο πάγος, που τον διατηρούσαν στο "Μαγαζί" με μοναδική τεχνική, μεταφερόταν με μουλάρια στη Θεσσαλονίκη στους εύπορους, φυσικά, κατοίκους της.
Συνεχίζουμε την πορεία μας ανάμεσα από -λιγοστά πλέον- οπωροφόρα δένδρα, καρυδιές και κερασιές όπου ανάλογα με την εποχή τσιμπολογάμε κεράσια, καρύδια αλλά και βατόμουρα και αφού προσπεράσουμε αρκετά "Μαγαζιά" και "Μπάρες" φτάνουμε στην τοποθεσία "Κρύα Βρύση", έναν μαγευτικό αλλά εγκαταλελειμμένο χώρο με την πηγή - ποτίστρα κάθε μορφής ζωντανού. Η ολιγόλεπτη στάση για να ξεδιψάσουμε αλλά και να γευτούμε το καλοκαιράκι τις μυρωδάτες αγριοφράουλες - πλανίτσες για τους χορτιατινούς - επιβεβλημένη και πάλι.
Ξεκινάμε και αμέσως μετά, βγαίνοντας από το τούνελ που δημιουργούν τα πανύψηλα δένδρα, αντικρίζουμε ένα μεγάλο πλάτωμα, πατατοχώραφα και σημαντικός κερασότοπος μέχρι τη δεκαετία του ΄60. Σε λίγο το μονοπάτι μας συναντάει τον δασικό δρόμο που έχει αφετηρία το "Πάρκο Κεραιών" και τερματίζει κάτω απ' τα Ραντάρ. Περπατάμε πλέον στον δασικό δρόμο όπου συναντάμε και "αυτοκίνητους" -δυστυχώς - επισκέπτες του δάσους. Σε λιγότερο από 5 λεπτά αντικρίζουμε ένα μεγάλο οροπέδιο και στο βάθος δεξιά το διώροφο πέτρινο καταφύγιο του Σ.Ε.Ο. στην αρχή ενός πανέμορφου δάσους με πανύψηλες οξιές να το περιτριγυρίζουν. Το ζεστό τσάι αλλά κυρίως η πάνγευστη χυλωμένη φασολάδα με συνοδεία τουρσιών, παστού ψαριού και κόκκινου κρασιού ή τσίπουρου που προσφέρουν απ' τον Οκτώβρη μέχρι τον Απρίλη τις Κυριακές οι καλοί μας φίλοι ορειβάτες του Σ.Ε.Ο. είναι το έπαθλο μας για τα 100 περίπου λεπτά ελαφρώς κοπιαστικής αλλά και με πολλές συγκινήσεις διαδρομής. Μιας διαδρομής που συνεχίζεται και προς Περιστερά (100 λεπτά περίπου) αλλά και περιμετρικά της κορυφής (1201 μέτρα) με τα Ραντάρ αλλά βεβαίως και μέσα στο δάσος της καστανιάς με αρκετά μονοπάτια που οδηγούν και προς το χωριό. Αξίζει λοιπόν να γνωρίσουμε το δάσος του Χορτιάτη, να χαρούμε και να νιώσουμε τη μαγεία των χρωμάτων, των οσμών, των γεύσεων και των ήχων του. Να γαληνέψουμε και να ανατροφοδοτηθούμε. Πολύ αναγκαία στις μέρες μας. Και τόσο κοντά μας…Και που δυστυχώς οι διαχρονικές ανθρώπινες εγκληματικές παρεμβάσεις (ραντάρ και στρατιωτικές βάσεις, "πάρκο κεραιών" και "ΚΙΣΣΟΣ") το έχουν τραυματίσει ανεπανόρθωτα. Δυστυχώς…