Η διαδρομή, τα τοπία, η φύση, η καλή παρέα δημιουργούν στον σύγχρονο άνθρωπο την ψυχική ηρεμία και ισορροπία που χρειάζεται για να ξεφύγει από την καθημερινότητα, την ρουτίνα της σύγχρονης μεγαλούπολης. Κλεισμένος μέσα στο πολυτελές κλουβί του με όλα τα μέσα που του παρέχει η σύγχρονη τεχνολογία οδηγείται στην απομόνωση, στην κατάθλιψη. Γιατί; Δεν χρειάζονται όλα αυτά; Χρειάζονται αλλά πρέπει να μάθουμε να τα χρησιμοποιούμε σωστά. Σε κάθε ευκαιρία σηκωθείτε από τους αναπαυτικούς καναπέδες, πετάξτε τον μανδύα της βαρεμάρας, της πλήξης και πραγματοποιήστε μια εκδρομή οπουδήποτε με τον/την σύζυγο, φίλο, παρέα και σίγουρα θα επιστρέψετε ανανεωμένοι. Με τις μπαταρίες φορτισμένες. Γι αυτό λοιπόν αδράξτε την μέρα

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Όλυμπος

Βραχώδες ανάγλυφο, οξείες κορυφές, μεγάλης έκτασης κορυφογραμμές, ορθοπλαγιές και βαθιές χαράδρες. Δέος και μυστήριο σε ένα βουνό άρρηκτα συνδεδεμένο με την ελληνική μυθολογία, την αρχαία Ελλάδα αλλά και τη σύγχρονη. Χιλιάδες φθάνουν σε αυτό κάθε χρόνο για να γνωρίσουν τα μυστικά του, να περπατήσουν στις πλαγιές του και να εξερευνήσουν τις άγνωστες ομορφιές του. Κάθε χρόνο το επισκέπτονται κατά μέσον όρο 18.000 άτομα, εκ των οποίων περισσότεροι ξένοι. Ωστόσο το βουνό κρύβει παγίδες και ετησίως σημειώνονται ένα με δύο θανατηφόρα δυστυχήματα. Όπως λένε ορειβάτες και συνοδοί βουνού, τραυματίζονται όσοι είναι απρόσεκτοι και κινούνται σαν τουρίστες σε παραλίες. Έχουμε δει γυναίκες να σκαρφαλώνουν με τακούνια και άλλοι να περπατάνε στα μονοπάτια με κοστούμια και σκαρπίνια.
Ως το πιο επικίνδυνο βουνό της Ελλάδας, με μεγάλο ποσοστό ατυχημάτων, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο Όλυμπος, στα μονοπάτια του οποίου έχουν χάσει τη ζωή τους 53 άνθρωποι από το 1960 μέχρι σήμερα, όπως προκύπτει από στοιχεία της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης. Η μορφολογία του εδάφους, οι επικίνδυνες κλίσεις, οι χαμηλές θερμοκρασίες ακόμη και στην καρδιά του καλοκαιριού, αλλά και οι θυελλώδεις άνεμοι που μπορεί να αγγίξουν και τα 140 χιλιόμετρα την ώρα έχουν γίνει αιτία να σημειωθούν εκατοντάδες ατυχήματα, λιγότερο ή περισσότερο σοβαρά. Δε λείπουν όμως και τα "θαύματα", όπως η διάσωση ενός 87χρονου, ο οποίος αγνοούνταν και τελικά εντοπίστηκε μετά από 56 ώρες περιπλάνησης σε δύσβατα σημεία στο βουνό των θεών.
Κάθε χρόνο σημειώνονται στο βουνό των θεών 7 με 8 ατυχήματα. Το έδαφος είναι πολύ απότομο. Σε κάποια σημεία έχει κλίση 45 μοιρών, με αποτέλεσμα να μην είναι δύσκολο κάποιος να γλιστρήσει και να τραυματιστεί ή σκαρφαλώνοντας να ρίξει πέτρες στα άτομα που ακολουθούν προκαλώντας σοβαρούς τραυματισμούς. Επίσης, είναι συχνό επισκέπτες να χάνουν τον προσανατολισμό τους κυρίως όταν έχει ομίχλη». Μάλιστα, τα πιο επικίνδυνα σημεία θεωρούνται οι περιοχές "Κακόσκαλα", "Λούκι Μύτικα" και "Λούκι Στεφανιού" στην περιοχή του κεντρικού Ολύμπου. Παράλληλα φέτος το καλοκαίρι καταγράφηκαν και δύο θάνατοι από καρδιά, ωστόσο, όσον αφορά τα ατυχήματα, θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί μία από τις πιο ήσυχες περιόδους. Η επικινδυνότητα Ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους που έχουν να αντιμετωπίσουν οι ορειβάτες στον Όλυμπο είναι οι καιρικές συνθήκες, που πολλές φορές μπορεί να μεταβληθούν μέσα σε μικρά χρονικά διαστήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι στα μέσα Ιουνίου του 2001 αναφέρθηκε στον Όλυμπο θάνατος από υποθερμία, ενώ στις αρχές Ιουλίου του 1981 καταγράφηκε θερμοκρασία -4 βαθμών Κελσίου και τον Αύγουστο του 1992 -7 βαθμών Κελσίου. Το χειμώνα ο υδράργυρος πέφτει ακόμη και στους -20 βαθμούς Κελσίου, ωστόσο, όπως εξηγούν διασώστες, η θερμοκρασία αυτή γίνεται αντιληπτή από τον άνθρωπο ως ακόμη χαμηλότερη εξαιτίας των δυνατών ανέμων και της υγρασίας. Από το 1932 μέχρι και πρόσφατα έχουν καταγραφεί συνολικά 259 περιστατικά διάσωσης στα ελληνικά βουνά, ωστόσο το συντριπτικό ποσοστό των ατυχημάτων έχει σημειωθεί στον Όλυμπο, σύμφωνα με τα στοιχεία που διατηρεί η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης. Συγκεκριμένα, στο βουνό των θεών καταγράφηκε το 33% των συμβάντων διάσωσης, ενώ ακολουθούν τα Μετέωρα με ποσοστό 11%, η νότια Πίνδος με 5%.
Ατυχήματα Ο Όλυμπος έχει το θλιβερό προνόμιο να έχει γίνει το μέρος, όπου άφησαν την τελευταία τους πνοή αρκετοί ορειβάτες. Πιστεύουμε ότι πάντα πρέπει να θυμόμαστε ότι υπάρχουν όρια, που δεν πρέπει να ξεπερνιούνται και ότι βασικά πράγματα, όπως ο προγραμματισμός και η σωστή σύνθεση της ομάδας πρέπει να χαρακτηρίζουν όλες τις προσπάθειες και ιδίως στις χειμερινές αναβάσεις. Ας θυμόμαστε τούτο: Ο Όλυμπος αποφασίζει αν και πότε θα μας δεχτεί στην αγκαλιά του και όχι εμείς, οι επισκέπτες του. Αυτός είναι ο οικοδεσπότης. Τα περισσότερα ατυχήματα συμβαίνουν σε εκείνους που υπερεκτιμούν τις δυνατότητές τους. Καταγράφονται ως επί το πλείστον την “υψηλή περίοδο επισκεψιμότητας” του βουνού, δηλαδή λίγο μετά το Πάσχα ως τα τέλη Οκτωβρίου, και θύματα πέφτουν συνήθως όσοι δεν ξέρουν καλά τον ορεινό όγκο. Επίσης τραυματίζονται άτομα που προτιμούν να μη χρησιμοποιούν τα μονοπάτια με τις κατάλληλες σημάνσεις αλλά επιλέγουν να κινηθούν από σημεία που δεν γνωρίζουν. Ακόμη έχουν ζητήσει τη συνδρομή μας και ορειβάτες ή πεζοπόροι που δεν χρησιμοποίησαν τον σωστό εξοπλισμό για την εξόρμησή τους. Όνειρο κάθε ορειβάτη είναι να πατήσει στον Μύτικα. Θεωρείται "πρόσκληση" αλλά και "πρόκληση". Ωστόσο για να φθάσει κάποιος στην κορυφή, όπως λένε έμπειροι ορειβάτες, πρέπει να ακολουθήσει τους όρους και τις προϋποθέσεις που θέτει το ίδιο το... βουνό. Όποιος θέλει να κατακτήσει τον Μύτικα πρέπει να έχει στοιχειώδη τεχνική κατάρτιση, πολύ καλές γνώσεις του βουνού και τα κατάλληλα εργαλεία (σχοινιά, κράνη, ασφάλειες κτλ.). Επίσης, πολύ καλή φυσική κατάσταση. Όσοι έχουν "περπατήσει" τις πλαγιές του λένε ότι το βουνό κάνει "ζαβολιές" και γι΄αυτό θα πρέπει όποιος το ανέβει να είναι κατάλληλα προετοιμασμένος και προσεκτικός. Η αναρρίχηση είναι μια συμβολική και μια ισχυρότατη πράξη "επικοινωνίας" με το βουνό. Για τους ερασιτέχνες ορειβάτες και όσους τώρα ξεκινούν, η γνωριμία με τις υψηλές κορυφές του είναι σχεδόν ακατόρθωτη. Καλύτερα για όλους είναι να πηγαίνουν με έμπειρους πεζοπόρους ή ορειβάτες, κυρίως με άτομα που ξέρουν πολύ καλά το βουνό, για να μπορεί σε περίπτωση ανάγκης να προσφερθεί άμεσα βοήθεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην πλευρά του Ολύμπου που "κοιτάζει" το Λιτόχωρο, που αποτελεί την "κεντρική είσοδο" για το βουνό, υπάρχουν πολλά μονοπάτια με κατάλληλες σημάνσεις και έτσι ο επισκέπτης μπορεί εύκολα να περιηγηθεί στους πρόποδες. Ωστόσο από την "πίσω" πλευρά η εικόνα είναι εντελώς διαφορετική και ακόμη και οι πιο έμπειροι ορειβάτες χρειάζονται χάρτες για να μη χαθούν. ΟΡΕΙΝΕΣ ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ Πριόνια - Καταφύγιο "Σπήλιος Αγαπητός" Η διαδρομή από τα Πριόνια (1100 μ.) μέχρι το καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός» (2100 μ.) είναι το πιο πολυσύχναστο ορειβατικό μονοπάτι του Ολύμπου, τμήμα του Ε4, και αποτελεί τη φυσική συνέχεια της διαδρομής Λιτόχωρο - Πριόνια. Τα Πριόνια είναι το τελευταίο σημείο στο οποίο μπορούμε να οδηγηθούμε με το αυτοκίνητο (απέχει 18 χιλιόμετρα από το Λιτόχωρο) και εκεί υπάρχει διαμορφωμένος χώρος στάθμευσης αυτοκινήτων. Εκεί, επίσης, έχει τις πηγές του ο ποταμός Ενιπέας. Όλο το χρόνο λειτουργεί στα Πριόνια αναψυκτήριο και εστιατόριο. Το μεγαλύτερο μέρος της διαδρομής γίνεται μέσα στο δάσος. Το μονοπάτι είναι πολύ καλά διατηρημένο. Τα πυκνά πεύκα σε συνδυασμό με τις οξυές και τα έλατα δίνουν στο τοπίο μια ξεχωριστή γοητεία. Το καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός» βρίσκεται πάνω σε ένα φυσικό μπαλκόνι, περιτριγυρισμένο από εντυπωσιακά αιωνόβια ρόμπολα.
Καταφύγιο "Σπήλιος Αγαπητός" - Σκάλα - Μύτικας Η διαδρομή γίνεται πιο δύσκολη από τη Σκάλα στο Μύτικα. Από το καταφύγιο Α΄-«Σπ. Αγαπητός» (2100 μ) το μονοπάτι ανηφορίζει αρκετά και σε 20΄ περίπου ακολουθεί τη ράχη «Χονδρό Μεσοράχη» μέχρι που συναντάει στα 2480 μ. τη διασταύρωση για τα «Ζωνάρια» δεξιά. Λίγα μέτρα πιο πάνω και αριστερά συναντάει το μονοπάτι προς Σταυραϊτιές και Άγιο Αντώνιο. Ακολουθώντας το κυρίως μονοπάτι που είναι το Ε4, σε γυμνό αλπικό τοπίο και με αρκετή κλίση, μετά από μία ώρα περίπου, καταλήγουμε στην κορυφή «Σκάλα» (2866 μ.) Από εκεί συνεχίζουμε, ακολουθώντας τα κόκκινα σημάδια στα βράχια, στη διαδρομή της «Κακόσκαλας» όπως χαρακτηριστικά λέγεται λόγω των φυσικών «σκαλοπατιών», που οδηγούν στο Μύτικα. Επισημαίνεται ότι το κομμάτι αυτό της διαδρομής είναι αρκετά δύσκολο.
Καταφύγιο "Σπήλιος Αγαπητός" - Λούκι - Μύτικας Πρόκειται αρχικά για το ίδιο μονοπάτι με το προηγούμενο μέχρι τα 2480 μέτρα, όπου συναντάμε τη διασταύρωση για τα Ζωνάρια. Ακολουθούμε το μονοπάτι στα δεξιά μας, το οποίο στην αρχή ανηφορίζει απότομα ενώ στη συνέχεια ακολουθεί τις πτυχώσεις των «Ζωναριών» για αρκετή ώρα, ως το σημείο όπου αρχίζει το χαρακτηριστικό «Λούκι» που καταλήγει στο Μύτικα. Μέσα στο «Λούκι» υπάρχουν χαρακτηριστικά κόκκινα βέλη, πάνω στα βράχια, που δείχνουν την πορεία. Η διαδρομή αυτή είναι ιδιαίτερα δύσκολη - και μέσα στο Λούκι επικίνδυνη λόγω κατολισθήσεων - και χρειάζεται πολλή προσοχή από τους ορειβάτες.
Καταφύγιο "Σπήλιος Αγαπητός" - Οροπέδιο Μουσών Ανηφορίζοντας από το Καταφύγιο «Σπήλιος Αγαπητός» προς τις κορυφές, στα πρώτα λεπτά της πορείας, συναντούμε διακλάδωση προς τα δεξιά, προς «Οροπέδιο των Μουσών» (2650 μ.) όπου βρίσκονται τα καταφύγια «Γιόσος Αποστολίδης» και «Χρήστος Κάκκαλος».
Το μονοπάτι ονομάζεται και «κοφτό» γιατί συντομεύει το συνολικό χρόνο ανάβασης στο Οροπέδιο των Μουσών. Είναι αρκετά ανηφορικό και σε μερικά σημεία που κρατάει χιόνι θέλει προσοχή. Περνάει χαμηλότερα από το αντίστοιχο μονοπάτι των Ζωναριών. Γκόρτσια - Πετρόστρουγκα - Οροπέδιο Μουσών Στο 14ο χιλιόμετρο της διαδρομής Λιτόχωρο - Πριόνια, στα δεξιά μας, ανηφορίζει ένας στενός δρόμος που καταλήγει σε χώρο στάθμευσης αυτοκινήτων. Η τοποθεσία ονομάζεται «Γκορτσιά». Από εδώ ξεκινάει ένα φαρδύ μονοπάτι που οδηγεί στο «Οροπέδιο των Μουσών» και στα καταφύγια «Χρήστος Κάκκαλος» και «Γιόσος Αποστολίδης». Τα 2/3 της διαδρομής γίνονται μέσα σε πανέμορφο δάσος ενώ το υπόλοιπο τμήμα γίνεται σε αλπικό τοπίο με χαμηλή βλάστηση. Πριν από την αναχώρηση είναι απαραίτητος ο εφοδιασμός με αρκετό νερό γιατί στο μονοπάτι δεν υπάρχει καμία βρύση με διαρκή ροή. Βρύσες υπάρχουν σε δύο σημεία, στο «Στράγγο» και στο δάσος με τις οξυές, στα οποία όμως για να φθάσουμε, πρέπει να παρεκκλίνουμε από το κύριο μονοπάτι για 10΄-15΄.
Πρώτο χαρακτηριστικό σημείο της διαδρομής είναι ένα πλάτωμα που ονομάζεται «Μπάρμπα». Στη συνέχεια και για αρκετή ώρα διασχίζουμε ένα δάσος οξυάς και, αφού ανηφορίσουμε αρκετά σε μία ράχη, καταλήγουμε σε μία τσιμεντένια δεξαμενή νερού. Παρεκκλίνοντας αριστερά από την πέτρινη δεξαμενή και μετά από 10΄, φθάνουμε στη σπηλιά όπου έζησε για χρόνια ο μεγάλος ζωγράφος του Ολύμπου, Βασίλης Ιθακήσιος. Συνεχίζοντας στο κύριο μονοπάτι, φθάνουμε σε λίγο στην «Πετρόστρουγκα» (2000 μ.) όπου βρίσκονται εντυπωσιακά υπεραιωνόβια ρόμπολα. Έπειτα, ανηφορίζοντας αρκετά, φθάνουμε στην κορυφή «Σκούρτα» (2485 μ.) από όπου αρχίζει το αλπικό τοπίο και η θέα προς όλες τις κατευθύνσεις είναι εκπληκτική. Από το σημείο αυτό αρχίζει επίσης μία στενή ράχη που ονομάζεται «Λαιμός» και καταλήγει στο «Οροπέδιο των Μουσών. Μόλις φτάσουμε στην αρχή του οροπεδίου, το μονοπάτι χωρίζεται στα δύο. Το αριστερό τμήμα καταλήγει σε 30΄ περίπου στο καταφύγιο «Χρήστος Κάκκαλος» και το δεξιό σε 40΄ περίπου στο καταφύγιο «Γιόσος Αποστολίδης». Με αφετηρία τα δύο καταφύγια, μπορούμε να πραγματοποιήσουμε σύντομες αναβάσεις στις κορυφές Τούμπα (2801 μ.) και Προφήτης Ηλίας (2803 μ.). Αναβάσεις μπορούμε επίσης να κάνουμε και προς τις ψηλές κορυφές του Ολύμπου ακολουθώντας το μονοπάτι στη βάση του «Στεφανιού» που οδηγεί προς τα «Ζωνάρια».

Μύτικας 19-8-2012

Από Πριόνια για καταφύγιο 2100μ Θέα
Λουλουδάκια

Βουνά-βουνάαααααα
Αγριοκάτσικα
Κακόσκαλα-ανάβαση
Μύτικας
Κατάβαση

Τετάρτη 5 Σεπτεμβρίου 2012

Οι λύκοι είναι για να τρων τα πρόβατα ...

Δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, την πρώτη μου συνάντηση με λύκο. Την πρώτη μου συνάντηση, με το μεγάλο και περήφανο αυτό θηλαστικό, που έχει κατηγορηθεί, συκοφαντηθεί και κυνηγηθεί από τον άνθρωπο περισσότερο από οποιοδήποτε άλλο είδος ζώου, πουλιού, εντόμου, ή κι εγώ δεν ξέρω τι άλλου...
Ήταν αρχές του Ιούνη του 1976, όταν με μία ομάδα φίλων του Ορειβατικού Αθηνών, στον οποίο ανήκα τότε, βαδίζαμε από το πανέμορφο χωριό Άγραφα της Ευρυτανίας, ακολουθώντας το παλιό και εξαιρετικής αισθητικής μονοπάτι που ανεβαίνει από τον οικισμό προς το φημισμένο οροπέδιο της Νιάλας. Είχε προηγηθεί όλη αυτή η περιπέτεια, που έζησε γιά δεκαετίες ολόκληρες ο λαός της περιοχής των Αγράφων: Καρπενήσι και στη συνέχεια το ηρωικό και παμπάλαιο λεωφορείο, (της κακιάς ώρας !), του καλοκάγαθου και πάντοτε χαμογελαστού Τσιγαρίδα, όπου στοιβαγμένοι άνθρωποι, αποσκευές και ζώα στον ίδιο χώρο, προσέγγιζαν, μετά τα χωριά Κεράσοβο και Κρέντη, την ονομαστή τοποθεσία Βαρβαριάδα, στις όχθες του Αγραφιώτη ποταμού και στη συνέχεια με τα μ'λάρια, τα χωριά τους: Μοναστηράκι, Άγραφα, Επινιανά, Τρίδεντρο, Τροβάτο και Μεγάλα Βραγγιανά. Περιπέτεια, που δεν μπορεί, σήμερα, κάποιος να ξαναζήσει γιατί απλούστατα οι δρόμοι "σκαπετήσανε" παντού, η ασυνειδησία (οι εκπτώσεις βλέπετε !) των εργολάβων γέμισε με μπάζα τις όχθες του Αγραφιώτη, τα τσιμεντένια γιοφύρια χαλάσανε την αισθητική του τοπίου και το ταλαίπωρο λεωφορειάκι του Τσιγαρίδα, σαπίζει δίπλα στο δρόμο, προς το καφενεδάκι του μπαρμπα- Λάμπρου Κοντογούνη στη Βαρβαριάδα, παραδοτέο και όχι διατηρητέο μνημείο, θαρρείς, γιατί ο Τσιγαρίδας, που σήμερα εξακολουθεί να εργάζεται με ένα σύγχρονο λεωφορείο στην ίδια γραμμή, "θέλει", (τι ευαισθησία !), "να το βλέπει, γιατί τ'αγαπάει", όπως μου είπε πρόσφατα ! ... ------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------ Ηταν αρχές του Ιούνη του 1976 και μετά από 4 περίπου ώρες, ανηφορικής πορείας, σε ένα από τα ωραιότερα μονοπάτια, σίγουρα, των ελληνικών βουνών (αλήθεια τι μεγάλοι τεχνίτες υπήρξαν αυτοί οι απλοί και ανώνυμοι άνθρωποι που χάραξαν και συντήρησαν τέτοια μονοπάτια -αριστουργήματα, σεβασμού του ανάγλυφου της γής και της φύσης), η ομάδα μας πλησίαζε στο διάσελο της Φουρκούλας, κοντά στην απότομη ράχη της Τούρλας, που οδηγεί προς τον Καταραχιά, το φημισμένο βουνό της Ρούμελης και στη συνέχεια προς την Νιάλα. Πήγαινα τελευταίος, τότε δεν ήξερα καλά και τα μονοπάτια. Θες οι φωτογραφίες που συνεχώς τραβούσα, θες ο θαυμασμός για τη μεγάλη μάνα φύση, μ' είχαν κάπως ξεκόψει απ'την ομάδα, που βάδιζε έτσι κι αλλιώς γρήγορα, με στόχο την κορυφή, έτσι όπως ακριβώς κάνουν οι περισσότεροι ορειβατικοί σύλλογοι της χώρας μας, που αδιαφορούν εντελώς γιά την φύση και το μόνο που τους νοιάζει είναι να πατήσουν την κορυφή. Την οποιαδήποτε κορυφή... Και ξάφνου, να, λίγο πιό κάτω απ'το διάσελο, δεν θα ήταν σε περισσότερο από 100, ειλικρινά, μέτρα, είδα τη φιγούρα, ενός μεγάλου, γκρίζου με τα χρώματα του καλοκαιριού, λύκου. Στάθηκα αποσβολωμένος, αρκετή ώρα ακίνητος, κοιτώντας τον με αισθήματα ανάμικτα, φόβου και θαυμασμού. Καθόταν όρθιος και ακίνητος και με κοιτούσε κι αυτός, σίγουρα με περιέργεια, ίσως και με λίγο φόβο, γιατί γι 'αυτόν ήμουν ο μεγάλος εχθρός, που θα μπορούσε να σηκώσει την επαναληπτική καραμπίνα και ... Ήταν ένας μεγαλόσωμος λύκος, σίγουρα αρσενικός και αρκετά γερασμένος. Δεν θυμάμαι πόση ώρα τον κοιτούσα και με κοιτούσε. Ήξερα, τότε, τόσα λίγα πράγματα για τους λύκους και ειλικρινά δεν ήξερα εάν θα έπρεπε να φύγω τρέχοντας, ή να βάλω τις φωνές στους συνοδοιπόρους μου, που, σταθερά, προχωρούσαν και τους έβλεπα από μακρυά, να ξεμακραίνουν προς την κορυφή. Η ταραχή μου ήταν μεγάλη. Ο λύκος, εντελώς ακίνητος, με καρφωμένο το βλέμμα του επάνω μου, φαίνεται με περιεργαζόταν, προσπαθώντας να μαντέψει τις προθέσεις μου. "Σήμερα ο λύκος", σκέφτηκα, "κινδυνεύει περισσότερο από την Κοκκινοσκουφίτσα" και προσπάθησα να βγάλω από το σακίδιο, την φωτογραφική μου μηχανή. Δεν πρόλαβα όμως, γιατί το μεγάλο θηλαστικό, με σηκωμένη εντελώς την ουρά, (σημείο υπεροχής, που έδειχνε ότι δεν με φοβόταν !), πήρε στροφή, και χάθηκε στο δάσος με τις οξυές, με κατεύθυνση προς τον οικισμό Βαλάρι, των Βραγγιανών. Κάθησα αρκετή ώρα στο διάσελο, περιμένοντας μήπως κάπου ξαναφανεί. Μάταια όμως ... ' την ονειροπόλησή μου την διέκοψε μία αγριοφωνάρα, από μακρυά: Ε.Ο.Σ - Ε.Ο.Ο.Ο.Σ ! Ηταν ο αρχηγός της ομάδας, που μου φώναζε από πολύ μακρυά, γιατί νόμιζε πως είχα χαθεί ... Φθάσαμε σούρουπο στον ιστορικό και πανέμορφο οροπέδιο της Νιάλας, στα 1.800 μ. υψόμετρο, όπου ένα βράδυ του Απρίλη του '47, στις πιο δύσκολες και τραγικές στιγμές που έζησε αυτός ο τόπος, σε μία ξαφνική χιονοθύελλα, αντάρτες και φαντάροι, κοιμήθηκαν στις ίδιες σκηνές, για να αποφύγουν το θάνατο απ'το κρύο. (Γεγονός πραγματικό, που περιγράφει στους 'ΆΝΥΠΕΡΑΣΠΙΣΤΟΥΣ", ο μεγάλος της λογοτεχνίας μας Δημήτρης Χατζής). Η φιλοξενία των τσομπάνηδων, των σπουδαίων αυτών ανθρώπων της ορεινής Ελλάδας, που κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες αγωνίζονται γιά το μεροκάματο, ήταν μοναδική. Ανάψαμε φωτιά για να ζεσταθούμε, το βράδυ, γιατί σ'αυτό το υψόμετρο το κρύο ήταν αισθητό. Τσίπουρο, ζυμωμένο με τα χέρια ψωμί χωριάτικο, βουνίσια φέτα, όλο γεύση και άρωμα, και διηγούμαι τη συνάντησή μου με το λύκο. Κανένας ορειβάτης δεν με πίστεψε εκείνο το βράδυ. "Μπά, θάταν κανά τσομπανόσκυλο", "ε, και τι έγινε". Μόνο ο γερό Δημόπουλος, ένας γλυκύτατος τσομπάνος, πούχαν δει πολλά τα μάτια του, με πίστεψε. "Πρέπει νάναι ο μονόλυκος, που παρακολουθεί το κοπάδι μου", μου είπε. "Προχθές μ'φαγε, μία προβατίνα γαλάρα. Αμ τι να κάνει κι αυτός, πείναγε. Οι λύκοι είναι για να τρων τα πρόβατα: έτσι τους έφτιακε ο Θεός". Τα λόγια του με συγκλόνισαν. Και ήταν τα λόγια τα βιοκεντρικά κάποιου, που μόλις είχε υποστεί ζημιά απ'το λύκο. Σπουδαία λόγια, απ'αυτά που έχω ακούσει λίγες φορές στη ζωή μου ... Η φύση διδάσκει τον άνθρωπο, έλεγε ο μεγάλος της Ορθοδοξίας Μέγας Βασίλειος ... --------------------------------------------------------------------------------------------------------------- Πέρασαν αρκετά χρόνια απ' την πρώτη μου συνάντηση με λύκο. Συνέχιζα να ανεβαίνω στα βουνά, πλούτισα τις γνώσεις μου και τη βιβλιοθήκη μου, για τη φύση, τη χλωρίδα και την πανίδα της και έμαθα σιγά - σιγά, έτσι πιστεύω, να σέβομαι τη ζωή, την οποιαδήποτε μορφή ζωής, ανεξάρτητα εάν πατάει σε 2 ή σε 4 πόδια και εάν συμμετέχει στην πολιτική του ανθρώπινου είδους. Πέρασαν αρκετά χρόνια και σιγά - σιγά, λίγο λίγο, η ορεινή Ελλάδα άρχισε να αλλάζει. Απογυμνωμένη πληθυσμιακά από τους τελευταίους αξιόλογους ανθρώπους της, που δραπετεύσαν θαρρείς μόλις ανοίχτηκαν οι πολυπόθητοι δρόμοι, με μία ορεινή κτηνοτροφία ουσιαστικά επιδοτούμενη απ'την ΕΟΚ, όπου κάποιοι άνθρωποι κοιτάζουν ουσιαστικά να τ'αρπάξουν σε σύντομο χρονικό διάστημα, και όπου εκεί που, άλλοτε, τα 100.000 πρόβατα δεν έκαναν ζημιά στην φύση και στο δάσος, τώρα τα 5.000 πρόβατα, έχουν υποβαθμίσει τους βοσκότοπους, των Αγράφων. Αρχές της δεκαετίας του '80, στα καφενεία της Ρούμελης, η μπύρα νικάει στα σημεία το τσίπουρο κι η κόκα-κόλα, το κρασί, και τα άθλια ινδο-λαικά και τα disco, τα κλέφτικα δημοτικά τραγούδια. Πολιτισμικά φαινόμενα, που έχουν απήχηση και στο χαρακτήρα, δυστυχώς των ανθρώπων, πολλών ορεινών περιοχών της Ελλάδας. Τέλος πάντων, όχι "δε βαριέσαι", αλλά τέλος πάντων ... Περπάτησα από τότε πολλές φορές σε βιότοπο του λύκου, αλλά λύκο, ποτέ δεν είδα, δεν ξαναείδα. Η φιγούρα του γερόλυκου, που συνάντησα, (ή μήπως πρέπει να λέω "συναντηθήκαμε";), στο διάσελο, των Αγράφων, έχει μείνει, βέβαια, βαθειά χαραγμένη μέσα μου ... Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, και με μία άλλη ομάδα πεζοπόρων και ανθρώπων, με οικολογικές ευαισθησίες, επιχειρήσαμε να ξαναδιασχίσουμε τα Άγραφα. Οχι τώρα για να ανέβουμε στις κορυφές τους, αλλά για να γνωρίσουμε τη φύση τους και να ανακαλύψουμε τον οικολογικό εαυτό μας. Βαθειά μέσα μου υπήρχε η λαχτάρα να ξανασυναντήσω το λύκο, που συνάντησα τότε ή έστω κάποιον άλλο. Γνώριζα τώρα, ότι θα ήταν ακόμα πιό δύσκολο, γιατί οι δρόμοι που ανοίχθηκαν παντού, έχουν φέρει τους εγκληματίες κυνηγούς ακόμα και στα πιό δυσπρόσιτα σημεία των υποτιθέμενων εθνικών μας δρυμών, γιατί οι θανατολάτρες γραφειοκράτες της Δ\νσης Θήρας του Υπουργείου Γεωργίας, το λύκο τον έχουν επικηρυξει σαν επιβλαβή, γιατί, γιατί ... Τόσα γιατί, που οδηγούν και σήμερα, τις ανησυχίες μου και τους προβληματισμούς μου, για την επιβίωση του ίδιου μας του πλανήτη και του είδους μας ... Ήταν νωρίς το απόγευμα, του lούλη του '83, όταν η φυσιολατρική μας ομάδα προσέγγισε ένα όμορφο χωριό, της ορεινής Ευρυτανίας. Είμαστε κουρασμένοι, μετά από 8μιση ώρες πεζοπορία και το βάρος του γεμάτου σακιδίου, μας επέβαλε μία στάση στην πλατεία του χωριού, την οποία και προσεγγίσαμε σχεδόν τρέχοντας με σκοπό να βγάλουμε τα άρβυλά μας και να ξεκουραστούμε. Τα καφενεία της όμως ήταν άδεια και πολύς κόσμος ήταν μαζεμένος γύρω από τον πλάτανο του χωριού. Κατευθυνθήκαμε προς τα εκεί, κι αντικρύσαμε το πιό βάρβαρο θέαμα που έχω δεί στην ζωή μου. Πιστέψτε το. Δεμένος με μιά χοντρή αλυσίδα στα πόδια, και με το αίμα να τρέχει απ'το σπασμένο, προφανώς από πυροβολισμό πόδι του, ένας λύκος σφάδαζε ουρλιάζοντας, από τις πέτρες που του πετούσε το χωριό. Και κυριολεκτικά, φίλοι αναγνώστες, τις πέτρες του τις πετούσε ολόκληρο το χωριό. Γέροι, νέοι, άνδρες, γυναίκες, παιδιά. -"Τι έκανε ρε πατριώτη", ρωτώ τον πρώτο τυχόντα. -'Άμ, έφαγε μια προβατίνα", μου αποκρίθηκε. -"Δεν πιστέβ' ν' τον λυπάσι;" 'Όχι, όχι," απάντησα, σχεδόν φοβισμένος, σ'αυτόν τον αγριάνθρωπο, που σημάδευε με πέτρες το κεφάλι του ζώου. Ηταν μία φριχτή εμπειρία. "Ο ταλαίπωρος ο λύκος, πλήρωνε με τη ζωή του, το μίσος ολόκληρης της ανθρωπότητας", σκέφτηκα, "επειδή ήταν ελεύθερος". Πριν αλέκτωρ λαλήσει ... Όμως αισθάνθηκα πολύ μικρός για να επέμβω. Κάπου μου πέρασε η ιδέα κάτι να πω, όμως τα βλέμματα, τα γεμάτα μίσος και κακία αυτών των ανθρώπων, που αφού σταμάτησαν να πετάνε πέτρες, πήραν ραβδιά και κτυπούσαν τον λύκο όπου έβρισκαν και πολλών εκ των οποίων τα χέρια είχαν βαφτεί κόκκινα από το αίμα του ανυπεράσπιστου ζωου, λειτούργησαν ανασταλτικά. Πριν αλέκτωρ λαλήσει είχα προδώσει στο πρόσωπο του μάρτυρα των λύκων, όλους τους λύκους. Και αισθάνομαι τύψεις ακόμα και σήμερα, φίλες και φίλοι, που δεν μπόρεσα να κάνω, τότε, κάτι, για το συγκεκριμένο λύκο. Πλησίασα πιο κοντά. Ο λύκος, (θα πρέπει να ήταν κι αυτός γέρικος), με το αίμα να αναβλύζει από παντού, έπνεε τα λοίσθια. Κάτι με έσπρωξε να τον κοιτάξω στα μάτια. Ανατρίχιασα με τη σκέψη, ότι θα μπορούσε να ήταν ο λύκος της Νιάλας, που τόσο φιλεύσπλαχνα τον συγχώρησε ο γεροοτσομπάνης. Λες; Αποκλείεται! Έχουν περάσει τόσα χρόνια. Ο λύκος της Νιάλας ήταν γέρικος, όπως κι αυτός, Μπά, θάχει πεθάνει. Οι λύκοι δεν ψοφάνε, πεθαίνουν όπως κι εμείς ... Τον κοίταξα στα μάτια, την ώρα που πέθαινε. Γύρω το παρδαλό πλήθος παραληρούσε. Δεν υπάρχει οίκτος στην κοινωνία αυτή για τους λύκους. Τον κοίταξα στα μάτια. Στα μικρά μαύρα μάτια του, διέκρινα μια μικρή κόκκινη λάμψη, που ξεμάκραινε. Την ίδια μικρή κόκκινη λάμψη, που ξεμακραίνει στα μάτια ενός ετοιμοθάνατου ανθρώπου. Την ίδια μικρή κόκκινη λάμψη, που είμαι σίγουρος ότι ξεμάκρυνε κι απ' τα μάτια του ίδιου μου του πατέρα, όταν πέθανε, πάνε πολλά χρόνια, σε κάποιο νοσοκομείο ... Συγκλονίστηκα. Ο λύκος πέθαινε όπως ο άνθρωπος ... Δεν άντεξα και ξέσπασα σε λυγμούς (και οι άντρες, κλαίνε ... ) Μέσα μου δημιουργήθηκε ένα πελώριο γιατί. Το γιατί, που βρισκόταν ζωγραφισμένο στα μάτια, του λύκου που ξεψυχούσε. "Γιατί οι λύκοι, είναι φιαγμένοι απ'τον Θεό, παιδί μου, να τρώνε τα πρόβατα." Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο. Η κόκκινη λάμψη, πάει χάθηκε. Αργότερα, κάπου διάβασα, ότι οι Ινδιάνοι της Βόρειας Αμερικής, πίστευαν, ότι ο λύκος είναι 10% κρέας και κόκκαλα και 90% ψυχή ! "Καλό ταξίδι, φίλε λύκε ... " Η μοίρα τόφερε, και μάλιστα, φέτος, να ξαναδώ για τρίτη φορά, λύκο, και άκουσον, άκουσον, και πάλι βαδίζοντας στην περιοχή των Αγράφων. Ήταν στο trekking που διοργάνωσε η Φυσιολατρική ΑΝΤΙ-Κυνηγετική Πρωτοβουλία, τον lούνιο του 1992, και βάδιζα πρώτος. Περπατούσα στο χωματόδρομο, λίγο μετά τη διασταύρωση για το χωριό Μοναστηράκι, τον τόπο σύλληψης του ήρωα Κατσαντώνη, λίγο πριν φθάσουμε στην καινούρια γέφυρα του Κραβασαρά. Οι άλλοι ακολουθούσαν, φωτογραφίζοντας, λίγο πιό πίσω. Και νάσου, σε ένα πλάτωμα, κάπου στα δεξιά του δρόμου, προς το ποτάμι, στον Αγραφιώτη, ένας νεαρός, έτσι τουλάχιστον νομίζω, λύκος, βάδιζε, χωρίς να με έχει αντιληφθεί, σχεδόν παράλληλα, άντε 50 μέτρα μακρυά μου. Κοντοστάθηκα κι αυτή τη φορά τον φωτογράφισα. ''Έιιιιι' Γιώργο", φώναξα στο φίλο από την Πάτρα Γιώργο Τζουρά, που βάδιζε ακριβώς πίσω μου, λίγα μέτρα μακρύτερα. "Τρέξε να δείς ! Λύκος!" Φαίνεται όμως ότι ο λύκος με άκουσε και με μιά απότομη κίνηση, φανερά ενοχλημένος, χώθηκε στις φτέρες της ακροποταμιάς. Φίλες και φίλοι χάρηκα, όσο τίποτα άλλο στη ζωή μου, γι'αυτήν την νέα συνάντηση. Τώρα ήξερα ότι παρά τους διωγμούς, τις ποδοπαγίδες, τις υπουργικές αποφάσεις και τις ανθρωποκεντρικές συκοφαντίες, ο λύκος ήταν εκεί, και δεν είχε εξαφανισθεί από τα Αγραφα. Για πόσον καιρό όμως ακόμη ; Αυτό το για πόσο, που οδηγεί και σήμερα, τα βήματά μου, στο δύσκολο αγώνα, για μια οικολογική ηθική, απέναντι στη φύση και στη ζωή. Γιατί; -Μα φίλε λύκε, αόρατε σύντροφε, των δασών και των βουνών μας, θέλω να επιβιώσεις για να διηγηθείς κάποτε στα παιδιά μας, το πόσο σε κυνήγησαν το πόσο σε συκοφάντησαν. -Μα, φίλε λύκε, θα ήθελα να διηγηθείς, σε όλες αυτές τις γενιές ορειβατών και πεζοπόρων, που το μόνο που τους νοιάζει είναι η κορυφή, ότι μαζί με το χαμό του τελευταίου λύκου, θα χαθεί η ίδια η ελευθερία. Γιατί, οι λύκοι είναι για να τρων τα πρόβατα. Έτσι τους έφιακε ο Θεός ... Τίποτα περισσότερο ... αφήγηση: Κώστας Στ. Τσίπηρας Αύγουστος 1992 από το βιβλίο του "Στα Ελληνικά Βουνά" Β μέρος (εκδόσεις Λιβάνη)